Μια φορά και έναν καιρό, σ' έναν κόσμο μαγικό, γίνονταν πράγματα τρελά!
Ζώα, βάρκες, σπίτια, πλοία, κάνανε την εμφάνισή τους και την παρουσία τους αισθητή.
Ξάφνου φάνηκαν και φρούτα να μιλάνε με γράμματα και αριθμούς, κουβέντα σωστή να έχουν πιάσει για γιορτές.... Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιές!!!
Κάνουν όλοι μαζί μια βόλτα μέσα στο χρόνο, και μόνο μέλημά τους, να φέρουν τα παιδιά μα και τους μεγάλους, στον δικό τους τον φανταστικό κόσμο. Να γελάσουνε, να παίξουνε μαζί μα και να μάθουν, να γίνουνε άνθρωποι σωστοί!!!
Ο κόσμος αυτός ο μαγικός που 'ναι γεμάτος ζωή, χαρά, αγάπη, ήρθε για να κρατήσει συντροφιά σ' όλου του κόσμου τα παιδιά.
Μικροί, μεγάλοι, μαζευτείτε όλοι λοιπόν, έχοντας μαζί σας τη φαντασία και την αγάπη για οδηγό.

Καλό Ταξίδι σας λοιπόν, στον κόσμο αυτόν τον μαγικό. Που κάνει κάθε όνειρο να μοιάζει αληθινό!!!

ΚΑΛΩς ΗΡΘΑΤΕ στην ΟΝΕΙΡΟΧΩΡΑ!!!

Παραμύθια

                                          ΤΟ  ΠΑΝΗΓΥΡΙ  ΤΩΝ  ΜΑΓΩΝ


Η  μεγάλη  μέρα  είχε  φτάσει,  όσο  περνούσε  η  ώρα  όλο  και  περισσότεροι  μάγοι  είχαν  αρχίσει  να  συγκεντρώνονται...Η  κοιλάδα  του  μονόκερου  είχε  γεμίσει  με  μάγους, μικρούς  μα  και  μεγάλους, με  νεράιδες  να  πετούν  με  τα  μαγικά  τους  ραβδάκια  αλλά  και  με  ξωτικά  που  κάνανε  σκανταλιές  και  πείραζαν  όλους  όσους  βρίσκονταν  εκεί  ή  τώρα  πήγαιναν  στη  γιορτή!!!
'Ετσι  είχε  γίνει  και  με  τον  μικρό  μας  μάγο... τον  Λαφαμιζόλ!!!
Τα  ξωτικά  είχαν  πάρει  τη  μπέρτα  του, τη  μαγική  του  μπέρτα, όλοι  οι  μάγοι  είχαν  από  ένα  μαγικό  αντικείμενο.
Του  την  είχαν  πάρει  λοιπόν  λέγοντάς  του  πως  αν  τη  βγάλει  και  την  κρεμάσει  στο  20ο  κλαδί  του  δέντρου  των  αριθμών  και  πει  το  μαγικό  ξόρκι, που  θα  του  έλεγαν , τότε  θα  μπορούσε  να  πετάξει  παρ' όλο  που  ήταν  μικρός  και  δεν  είχε  εκπαιδευτεί  για  κάτι  τέτοιο  ακόμα!!!
Ο  Λαφαμιζόλ  δεν  μπορούσε  να  περιμένει  μέχρι  να  μεγαλώσει  και  να  γίνει  17  χρονών...όλοι  οι  μάγοι  άλλωστε  τότε  καταφέρνουν  και  πετούν!!!
Ξεγελάστηκε  λοιπόν  από  τα  πονηρά  τα  ξωτικά  και  ξεκίνησε  για  το  δάσος  της   γνώσης!!!
Τα  δέντρα  γύρω  του  ήταν  πολλά,  τεράστια  με  μεγάλα  και  πολύχρωμα  κλαδιά! Πέρασε  μπροστά  από  το  δέντρο  των  σχημάτων, το  δέντρο  των  χρωμάτων, ακόμα  και  από  το  δέντρο  των  μικρών  γραμμών.
Κάποια  στιγμή  βλέπει  μπροστά  του  το  δέντρο  της  Α/Β, μπερδεύεται  για  λίγο  και  αρχίζει  να  ανεβαίνει  ένα  ένα  τα  κλαδιά  λέγοντας  την  Α/Β... Α, Β, Γ, Δ, Ε..........
Ξαφνικά  και  ενώ  είχε  φτάσει  στο  κλαδί  Ω  καταλαβαίνει  πώς  έχει  κάνει  λάθος  και  πως  δεν  έψαχνε  για  το  δέντρο  με  τα  γράμματα  αλλά  για  το  δέντρο  με  τους  αριθμούς!!
Αρχίζει  λοιπόν  να  κατεβαίνει  ένα  ένα  τα  σκαλιά  όσο  πιο  γρήγορα  μπορεί... Τα  ξωτικά  όμως  που  τον  παρακολουθούν  κρυφά... του  βάζουν  μια  τρικλοποδιά  και  ο  καημένος  ο  Λαφαμιζόλ  πέφτει  λες  και  έκανε  βουτιά  και  σκάει  με  το  κεφάλι  του  πάνω  στο  χώμα!!
Ζαλισμένος  σηκώνεται  και  βλέπει  μικρές  πολύχρωμες  νεράιδες  να  γυρνούν  γύρω  γύρω  από  το  κεφάλι του!!!
Τα  ξωτικά  από  την  άλλη  πλευρά  δεν  μπορούσαν  να  σταματήσουν  από  τα  γέλια!!!
Σηκώνεται  λοιπόν  και  αρχίζει  να  ψάχνει  για  το  δέντρο  των  αριθμών. Μετά  από  λίγο  και  αφού  είχε  περπατήσει  για  κάποια  ώρα είδε  μπροστά  του  ένα  δέντρο  που  ξεπερνούσε  τα  σύννεφα  και  έμοιαζε  να  αγγίζει  τον  ουρανό!!!
ΑΥΤΟ  ΠΡΕΠΕΙ  ΝΑΙ  ΕΙΝΑΙ!!!!
 φώναξε... Αυτό  που  είναι  και  το  πιο  ψηλό  μιας  και  οι  αριθμοί  δεν  τελειώνουν  ποτέ, έχουν  αρχή  μα  τέλος  όχι!
Άρχισε  λοιπόν  να  σκαρφαλώνει  και  να  ανεβαίνει  τα  κλαδιά  ένα,  ένα  μετρώντας... 1, 2, 3, 4, 5, ....μέχρι  να  φτάσει  στο  κλαδί  με τον  αριθμό  20. 
Μόλις  έφτασε  στο  κλαδί, παίρνει  τη  μπέρτα  και  την  φοράει, και  αρχίζει  να  λέει  το  ξόρκι  που  του  έμαθαν  τα  ξωτικά!
                             Χίκι  χίκι  κίχι  κι
                             άφησα  τη  μπέρτα  μου  πάνω  στο  κλαδί
                             και  μ' αυτό  το  ξόρκι  εδώ  το  μαγικό
                             περιμένω  να  μπορέσω  να  πετάξω
                             ψηλά  στον  ουρανό...

Αφού  είπε  το  ξόρκι  ο  Λαφαμιζόλ, κάνει  μια  κίνηση  για  να  πετάξει  και  πηδά  από  το  κλαδί...
Αλλά  όχι  μόνο  δεν  πέταξε  αλλά  έπεσε,  για  άλλη  μια  φορά  στο  έδαφος  και  αυτή  τη  φορά  έπεσε  πάνω  σε  έναν  σκατζόχοιρο  που  περνούσε  εκείνη  την  ώρα  κάτω  από  το  δέντρο  και  τσιμπήθηκε  από  τα  μυτερά  του  αγκάθια!!
Τα  ξωτικά  είχανε  βγάλει  δάκρυα  από  τα  γέλια. Κορόιδευαν  και  δείχνανε  τον  Λαφαμιζόλ  γελώντας,  χωρίς  να  σταματούν.
Την  ίδια  ώρα  και  ενώ  ο  μικρός  μας  μάγος  προσπαθούσε  να  συνέλθει  από  την  πτώση, τα  ξωτικά  του  πήρανε  για  ακόμη  μια  φορά  τη  μπέρτα  και  την  ανέβασαν  στο  κλαδί  με  τον  αριθμό  40.527  του  δέντρου  των  αριθμών...
Ο  Λαφαμιζόλ  απογοητευμένος  έβαλε  τα  κλάμματα!!
" Πώς  θα  πάω  στο  πανηγύρι;" φώναξε
" Δεν  θα  με  δεχτούν  χωρίς  τη  μπέρτα  μου, καταστροφή!!"
"Δεν  προλαβαίνω  να  σκαρφαλώσω."
Τα  ξωτικά  συνέχισαν  να  γελούν  και  σιγά  σιγά  άρχισαν  να  φεύγουν  από  το  δάσος..
" Τι  θα  κάνω  τώρα; με  κορόιδεψαν!!"
Εν  τω  μεταξύ,  το  πανηγύρι  των  μάγων  είχε  ήδη  ξεκινήσει, όλοι  ήταν  εκεί, μικροί - μεγάλοι  μάγοι,  νεράιδες, ξωτικά  και  μονόκεροι  και  όλα  τα  μαγεμένα  πλάσματα  που  ζούσαν  στον  κόσμο.
Πυροτεχνήματα  έσκαγαν  και  φώτιζαν  τον  ουρανό, μαγικά  έκαναν  την  κοιλάδα  να  μοιάζει  με  παραμύθι. Νεράιδες  πετούσαν  στον  ουρανό  και  τον  γέμιζαν  με  νεραιδόσκονη.
Ο  Λαφαμιζόλ  τα  έβλεπε  όλα  αυτά  από  μακριά, δεν  μπορούσε  να  είναι  εκεί  και  να  διασκεδάσει.
Ξαφνικά  νιώθει  νεραιδόσκονη  να  πέφτει  πάνω  του.  Γυρνάει  και  βλέπει  μια  μικρή  νεράιδα  η  οποία  είχε  χαθεί  στο  δάσος να  τριγυρνάει  φοβισμένη.
Η  νεράιδα  τον  είδε  να  κλαίει  και  τον  ρώτησε "Χάθηκες  και  εσύ; Γι  αυτό  κλαις;"
- " 'Οχι, τα  ξωτικά  με  ξεγέλασαν  και  μου  έκρυψαν  τη  μαγική  μπέρτα  και  έτσι  δεν  μπορώ  να  πάω  στο  πανηγύρι" είπε  ο  μικρός  Λαφαμιζόλ.
- " Τι  κρίμα;"  απάντησε  η  Νεράιδα  Ληφένια, "Εγώ  έχω  χαθεί  και  δεν  μπορώ  να  γυρίσω  πίσω  στο  πανηγύρι, ίσως  αν  σε  βοηθήσω  να  βρεις  τη  μπέρτα  σου  να  γυρίσουμε  μαζί  πίσω  στο  πανηγύρι."
- " Αλήθεια  μπορείς;" ρώτησε  με  αγωνία  ο  μικρός  μάγος
-"Ναι"  απάντησε  η  Ληφένια, θα  πετάξω  ψηλά  και  βρω  τη  μπέρτα  σου, κοίτα με "
Η  Ληφένια  έκανε  μια  στροφή  γύρω  από  το  δέντρο  και  άρχισε  να  πετάει  προς  τα  πάνω... Ο  Λαφαμιζόλ  την   έχασε  από  τα  μάτια  του.
Η  νεράιδα  έφτασε  στο  κλαδί  με  τον  αριθμό  40.527  και  πήρε  τη  μπέρτα  του. Ο  Λαφαμιζόλ  δεν  μπορούσε  να  συγκρατήσει  την  χαρά  του, και  την  ευχαρίστησε  με  μια  αγκαλιά  και  ένα  φιλί. Έτσι  ξεκίνησαν  μαζί  και  πήραν  το  δρόμο  για  το  πανηγύρι  και  για  την  κοιλάδα  του  μονόκερου.
Όταν  έφτασαν  εκεί  είδαν  με  έκπληξη  τα  ξωτικά, που  είχαν  κοροιδέψει  τον  μικρό  μάγο, να  βρίσκονται  στη  μέση  της  λίμνης  μέσα  σε  μία   μαγική  κρυστάλινη  μπάλα. Οι  μάγοι  και  όλοι  όσοι  ήταν  στο  πανηγύρι  τους  είχαν  οδηγήσει  εκεί  για  να  σταματήσουν  να  τους  πειράζουν  και  να  τους  ενοχλούν  με  τισ  σκανταλιές  τους.
Ο  Λαφαμιζόλ
Γύρισε  λοιπόν  στο  πανηγύρι  και  διασκέδασε  μαζί  με  τη  νεράιδα  Ληφένια  και  τους  άλλους  φίλους  του, έχοντας  μάθει  πια  να  έχει  υπομονή  και  να  μη  βιάζεται  για  πράγματα  πρόκειται  να  γίνουν.
Ο  χορός, τα  τραγούδια  αλλά  και  τα  μαγικά  συνεχίστηκαν  πολλές  πολλές  ώρες...






                             ΤΟ  ΔΑΣΟΣ  ΤΗΣ  ΓΝΩΣΗΣ
Eίχε  φτάσει  η  μέρα  που  ο  μάγος  μας, ο  μικρός  Λαφαμιζόλ, έπρεπε  να  πάει  στο  δάσος  της  γνώσης.
Τα  μαθήματα  που  έκανε  τόσο  καιρό  με  τον  αγαπημένο  του  καθηγητή, μάγο  Γαζόλντ  ήταν  για  να  τον  βοηθήσουν  σ' αυτήν του  τη  δοκιμασία. Ο  Λαφαμιζόλ  θα  έπρεπε  να  περάσει  με  επιτυχία  τις  δοκιμασίες  τις  οποίες  θα  του  έβαζαν  τα  μαγεμένα  δέντρα  που  βρίσκονταν   στο  δάσος  της  γνώσης. Το  δέντρο  της  Α/Β, των  αριθμών, των  καλών  τρόπων κ. λ. π. Αλλά  και  να  αποφύγει  τις  παγίδες  των  ξωτικών  που  ζούσαν  εκεί  και  πείραζαν  όποιον  έμπαινε  μέσα  στο  δάσος  της  γνώσης.
Ο  Λαφαμιζόλ  ήταν  πανέτοιμος. Ήξερε  ότι  αν  κατάφερνε  να  περάσει  με  επιτυχία  μέσα  από  το  δάσος  θα  κατάφερνε  να  πάρει  τη  μαγική  μπέρτα  με  την  οποία  θα  γινόταν  κανονικός  και  μεγάλος  μάγος. Όλοι  οι  μάγοι  της  περιοχής  άλλωστε, είχαν  από  κάποιο  μαγικό  αντικείμενο. Άλλοι  ραβδί, άλλοι  καπέλο κ. λ. π. Ο  δάσκαλος  του  τον  είχε  προετοιμάσει  σωστά. Του  είχε  μεταφέρει  όλες  τις  απαραίτητες  γνώσεις  που  χρειαζόταν  αλλά  και  τον  είχε  συμβουλέψει  για  το  πώς  να αποφύγει  τις  παγίδες  που  μπορεί  να  του  έβαζαν  τα  πονηρά  και  ζωηρά  ξωτικά.
Φόρεσε  λοιπόν  το  σακίδιο  του  και  άρχισε  να  περπατάει  στο  μονοπάτι  που  θα  τον  οδηγούσε  στο  δάσος  της  γνώσης.
Σε  ολόκληρη  τη  διαδρομή  ο  μικρός  Λαφαμιζόλ  σκεφτόταν  αυτά  που  του  είχε  πει  ο  δάσκαλός  του. Τις  συμβουλές, τις  προειδοποιήσεις  αλλά  και  τους  κινδύνους  τους  οποίου  μπορεί  να  αντιμετώπιζε.
Μέσα  σε  λίγη  ώρα  είχε  φτάσει  έξω  από  το  δάσος  της  γνώσης. Στάθηκε  λίγο  και  κοίταξε  τα  πανύψηλα  δέντρα  του. Όλα  ήταν  μαγικά!!! Με  κλαδιά  για  χέρια  και  ρίζες  για  πόδια, με  μεγάλα  μάτια  και  στόμα  και  με  φύλλα  που  στόλιζαν  τα  κλαδια  τους  και  φαινόταν  σαν  να  έχουν  μαλλιά. Τα  έβλεπε  να  συζητούν  μεταξύ  τους  αλλά  και  με  άλλα  πλάσματα  του  δάσους. Αλλά  και  να  τριγυρνούν  μέσα  στο  δάσος  κάνοντας  περιπάτους.
Παρ' όλο  που  ο  δάσκαλός  του  τον  είχε  προετοιμάσει  γι  αυτό, και  του  είχε  περιγράψει  πως  είναι  τα  δέντρα  και  τα  πλάσματα  του  δάσους,  ο  μικρός  μας  μάγος  ένιωσε  έναν  φόβο  και  έκπληξη  με  το  που  τα  αντίκρυσε. Ήξερε  όμως  πως  δεν  μπορούσε  να  κάνει  αλλιώς. Εξοπλίστηκε  λοιπόν,  με  όσο  θάρρος  είχε, πήρε  μια  βαθιά  ανάσα  και  μπήκε  στο  δάσος.
Τα  δέντρα  στεκόντουσαν  επιβλητικά  γύρω  του. Από  τις  συζητήσεις  που  άκουγε  καταλάβαινε  και  ξεχώριζε  ποια  ήταν  η  γνώση  του  κάθε  δέντρου. 
Μόλις  μπήκε  στο  δάσος, στα  δεξιά  του  ήταν  το  δέντρο  του  ουρανού. Ένα  δέντρο  που  γνώριζε  τα  πάντα  για  όλους  τους  πλανήτες  αλλά  και  για  τ' αστέρια. Πιο  κάτω  συνάντησε  το  δέντρο  της  διατροφής, ένα  δέντρο  το  οποίο  έδινε  συμβουλές  για  το  τι  πρέπει  να  τρώμε, τι  μας  κάνει  καλό  και  τι  όχι.
Συνέχισε  να  προχωράει  μέσα  στο  δάσος  και  το  μόνο  που  μπορούσε  να  κάνει  ήταν  να  θαυμάζει  τις  γνώσεις  των  δέντρων. πέρασε  αρκετή  ώρα  που  ο  Λαφαμιζόλ  έκανε  βόλτες  ανάμεσα  στα  δέντρα. Ξαφνικά  βρέθηκαν  μπροστά  του  δύο  ξωτικά. Ο  μικρός  μάγος  ήξερε  πως  δεν  έπρεπε  να  τους  μιλήσει, γι  αυτό  και  άρχισε  να  απομακρύνεται  από  κοντά  τους. Τα  ξωτικά  όμως  τον  ακολούθησαν  και  άρχισαν  να  του  μιλούν. Κάποια  στιγμή  του  μίλησαν  για  ένα  μέρος  μέσα  στο  δάσος  με  πολλά  ζαχαρωτά  και  σοκολάτες. Ο  Λαφαμιζόλ  σταμάτησε  για  λίγο  και  γύρισε  προς  το  μέρος  τους  για  να  τους  μιλήσει.
"Δεν  σας  πιστεύω, άλλωστε  έχω  μια  αποστολή  να  εκπληρώσω. Όσο  για  τα  ζαχαρωτά  και  τις  σοκολάτες  δεν  με  νοιάζουν. Πριν  λίγο  πέρασα  μπροστά  από  το  δέντρο  της  διατροφής  και  τον  άκουσα  να  λέει  στις  νεράιδες  για  το  πόσο  κακό  μας  κάνει  να  τρώμε  πολλά  γλυκά  και  σοκολάτες." Τους  γύρισε  λοιπόν  την  πλάτη  και  συνέχισε  τον  δρόμο  του  μέχρι  να  φτ΄σει  στον  προορισμό  του.
 Τα  ξωτικά  δεν  πίστευαν  αυτό  που  άκουσαν  και  είδαν. Πρώτη  φορά  ένας  μικρός  μάγος  δεν  τους  ακολουθούσε. Κάτι  που  δεν  τους  άρεσε  καθόλου.
Ο  Λαφαμιζόλ  όμως  παρ' ότι  ήταν  μικρός  δεν  δίστασε  να  τους  πει  όχι  ούτε  για  μια  στιγμή.
Είχε  στο  μυαλό  του  ένα  και  μόνο  πράγμα. Να  καταφέρει  να  περάσει  τα  τέστ  και  να  πάρει  τη  μαγική  του  μπέρτα.
Μετά  από  λίγη  ώρα  και  αφού  είχε  απομακρυνθεί  αρκετά  από  τα  πονηρά  ξωτικά...βρέθηκε  μπροστά  στο  δέντρο  της  Α/Β. Πήρε  λοιπόν  μια  βαθιά  ανάσα  και  στάθηκε  μπροστά  του  έτοιμος  να  απαντήσει  στις  ερωτήσεις  που  θα  του  έκανε  το  δέντρο. Το  δέντρο  έγειρε  προς  το  μέρος  του  και  τον  ρώτησε:
" Πες  μου  μικρέ  μάγε, την  ξέρεις  την  Α/Β; Τα  ξέρεις  όλα  τα  γράμματα;  
 NAI!!! απάντησε  ο  Λαφαμιζόλ. Ακουσέ  με  να  δεις  πόσο  καλά  τη  ξέρω!!!
Α, Β, Γ, Δ ( συνεχίζουν  τα  παιδιά  να  τη  λένε )
" Μπράβο  σου " απάντησε  το  δέντρο. " Τώρα  θα  σου  κάνω  μια  πιο  δύσκολη  ερώτηση. Ποιο  γράμμα  βρίσκεται  ανάμεσα  από  το  Γ και  το  Ε; , το Ζ και  το  Θ; , το Ν  και  το  Ο;  Μπορείς  να  απαντήσεις  σ' αυτό; 
Ο  Λαφαμιζόλ  απάντησε  αμέσως: "  Ο  δάσκαλός  μου  με  δίδαξε  καλά, Δ, Η, Ξ!!!
Το  δέντρο  έμεινε  έκπληκτο, πρώτη  φορά  ένας  μικρός  μάγος  απαντούσε  τόσο  γρήγορα  στις  ερωτήσεις  του.
" Μπράβο  σου ", μπορείς  να  συνεχίσεις  το  δρόμο  σου, από  μένα  πέρασες  με  επιτυχία  και  απαντήσεις  όπως  ακριβώς  ήθελα  στις  ερωτήσεις  μου.
Η  χαρά  του  Λαφαμιζόλ  ήταν  μεγάλη. Πηδούσε, έτρεχε, γελούσε, φωνάζοντας " Ναι!!! " " Τα  κατάφερα!!! ".
Και  ξαφνικά  μπροστά  του  φάνηκε  ένα  δέντρο  αλλιώτικο  από  τ' άλλα. Μεγάλο, ψηλό, τόσο  ψηλό  που  τα  κλάδια  του  χάνονταν  ανάμεσα  στα  σύννεφα...
Ο  μικρός  μάγος  είχε  θαμπωθεί  από  το  μέγεθός  του. Κοιτούσε  τα  τεράστια  κλαδιά  του  που  έμοιαζαν  με  τεράστια  χέρια  απλωμένα  στον  ουρανό. Κάθε  κλαδί  και  ένας  αριθμός. Ο  Λαφαμιζόλ  δεν  μπορούσε  να  πάρει  τα  μάτια  του  από  το  δέντρο... Ήταν  ότι  πιο  ωραίο  είχε  δεί  μέσα  στο  δάσος  της  γνώσης. 
Ξαφνικά, το  δέντρο  κουνήθηκε, και  στράφηκε  προς  τον  Λαφαμιζόλ.
" Καλώς  ήλθες " του  είπε, " Άργησες  λίγο, σε  περιμέναμε, πάει  καιρός  που  κάποιος  μάγος  βρήκε  το  θάρρος  για  να  έρθει  και  να  απαντήσει  στις  ερωτήσεις  μας.
Ο  Λαφαμιζόλ  απάντησε  αμέσως. " Δεν  έχω  να  φοβηθώ  τίποτα, είμαι  έτοιμος  να  απαντήσω  σε  ότι  και  αν  με  ρωτήσετε. Ακόμη  και  λάθος  να  κάνω, δεν  πειράζει, δεν  θα  πάψω  να  ποτέ  να  προσπαθώ, μέχρι  να  γίνω  κανονικός  και  μεγάλος  μάγος!!! "
" Μπράβο  σου " του  απάντησε. "Δεν  περίμενα  από  έναν  τόσο  μικρό  μάγο  να  κρύβει  μέσα  του  τόσο  θάρρος!!! "
" Για  να  δούμε  λοιπόν , αν  όντως  είσαι  έτοιμος  να  γίνεις  μάγος. Να  δω  αν  ξέρεις  τις  απαντήσεις  στις  ερωτήσεις  μου... "
Μέτρησέ  μου  μέχρι  το... 20... ξέρεις; "
Ο  Λαφαμιζόλ  πριν  καν  το  δέντρο  τελειώσει  αυτό  που  ήθελε  να  πει  ξεκίνησε  να  μετράει...
1, 2, 3, ... ( μπορούν  να  συνεχίσουν  τα  παιδιά  το  μέτρημα )
" Μπράβο, Άριστα , έχω  όμως  και  ακόμα  κάτι  να  σε  ρωτήσω, να  δω  και  τώρα  αν  θα  απαντήσεις  σωστά!!! Ποιος  αριθμός  είναι  μεγαλύτερος;
Το 5 ή  το  15;
Το 3 ή  το 2;
Το 1 ή  το  4;
Το  11 ή  το  12; "
Ο  Λαφαμιζόλ  απάντησε  σε  όλα  σωστά, το 15, το 3, το 4, το 12.
"Μπορείς  να  μου  μετρήσεις  και  μέχρι  το  10  στα  αγγλικά; "
Το  δέντρο  ήταν  σίγουρο  πως  ο  μικρός  μάγος  δεν  θα  απαντούσε  σωστά!!!
Ο  Λαφαμιζόλ  σκέφτηκε  για  λίγο, έμοιαζε  να  απορεί. Και  μετά  από  λίγο  άρχισε  να  μετράει  στα  Αγγλικά... one, two, three .. ( συνεχίζουν  τα  παιδιά  το  μέτρημα)
Το  δέντρο  τον  κοιτούσε  με  το  στόμα  ανοιχτό, είχε  μείνει  έκπληκτο  από  τη  γρηγοράδα  με  την  οποία  απαντούσε  . Και  για  το  ότι  απαντούσε  σε  όλες  τις  ερωτήσεις  του  σωστά!!
"Τώρα  η  τελευταία μου  δοκιμασία!! " 
" Θέλω  να  μου  πεις  τα  αποτελέσματα  σε  αυτές  τις  πράξεις  που  θα  σου  πω "
1 + 1 = ;
2 + 1 = ;
10 + 2 = ;
"Ξέρεις  πόσο  κάνουν; "
Ο  Λαφαμιζόλ  απάντησε  και  σε  αυτά  αμέσως... " 2, 3  και 12 "
Το  δέντρο  των  αριθμών  κουνούσε  το  κεφάλι  του  απορρημένο. " Δεν  έχω  τι  άλλο  να  σου  πω , από  εμένα  είσαι  έτοιμος... μπορείς  να  συνεχίσεις  τον  δρόμο  σου "
Η  χαρά  του  Λαφαμιζόλ  δεν  περιγραφόταν.
Ευχαρίστησε  το  δέντρο  και  συνέχισε  το  δρόμο  του.
Το  επόμενο  δέντρο  το  οποίο  έπρεπε  να  βρει  ήταν  το  δέντρο  των  σχημάτων...στο  οποίο  έπρεπε  να  αναγνωρίσει  όλα  τα  σχήματα  τα  οποία  θα  βρίσκονταν  στα  κλαδιά  του  δέντρου!
Δεν  άργησε  να  το  βρει...Φάνηκε  μπροστά  του  με  κλαδιά  διαφορετικά  από  τα  άλλα  δέντρα... που  στο  τελείωμά  τους  σχημάτιζαν  το  σχήμα  το  οποίο  αντιστοιχούσε  στο  κάθε  κλαδί.
Σχήματα  τα  οποία  έπρεπε  να  αναγνωρίσει  ο  μικρός  μάγος!!!
Το  δέντρο  δεν  άργησε  καθόλου  και  ξεκίνησε  αμέσως  τις  ερωτήσεις. 
" Θέλω  να  σκαρφαλώσεις  στα  πέντε  πρώτα  κλαδιά  και  να  μου  πεις  ποια  σχήματα  είναι  αυτά!
Ο  Λαφαμιζόλ  ξεκίνησε  αμέσως  να  σκαρφαλώνει  και  να  πηδάει  από  κλαδί  σε  κλαδί, λέγοντας  τα  σχήματα  που  αντιστοιχούσαν  στο  κάθενα. " Είναι  το  τετράγωνο, το  τρίγωνο, ο  κύκλος, το  ορθογώνιο  και  ο  ρόμβος!!! "
Το  χαμόγελο  του  Λαφαμιζόλ  ήταν  τεράστιο, η  χαρά  του  για  το  ότι  τα  κατάφερε  ήταν  μεγάλη. Φώναζε  ξανά  και  ξανά  "ΝΑΙ, τα  κατάφερα!!! "
" Συγχαρητήρια "  είπε  το  δέντρο  , ξαφνιασμένο  από  την  ταχύτητα  με  την  οποία  ο  Λαφαμιζόλ  αναγνώρισε  τα  σχήματα.
" Είσαι  έτοιμος , Συγχαρητήρια "
Ξαφνικά  και  μόλις  ο  Λαφαμιζόλ  κατέβηκε  από  το  δέντρο  ένιωσε  κάτι  περίεργο  να  συμβαίνει  γύρω  του. νεραϊδόσκονη  τον  είχε  περικυκλώσει  και  μικρές  νεράιδες  πετούσαν  γύρω  του...
Και  ξαφνικά  εμφανίστηκε  πάνω  του  η  μαγική  του  μπέρτα, τα  είχε  καταφέρει!!!
Και  να  μπροστά  του  φάνηκε  και  ο  αγαπημένος  του  δάσκαλος, ο  Γαζόλντ !!               
" Είμαι  περήφανος  για  σένα " του  είπε
Ο  Λαφαμιζόλ  ήταν  ενθουσιασμένος, δεν  χώρταινε  να  κοιτάει  τη  μπέρτα  του...
Το  ταξίδι  του  στον  κόσμο  των  μάγων... μόλις  είχε  ξεκινήσει!!!





Η  πολύχρωμη  βροχή!!!


Σ' ένα  μέρος  μακρινό, και  ίσως  και  λίγο  μαγικό  ο  ουρανός  ήταν  διαφορετικός  και  πολύ  πολύ  χρωματιστός. Τα  σύννεφα  πάνω  απ΄το  νησί, δεν  ήταν  γκρίζα  όπως  έχουμε  συνηθίσει. Αλλά  το  καθένα  είχε  χρώμα  διαφορετικό. Και  οι  σταγόνες  που  πέφτανε  από  αυτό  δίναν  χρώμα  στο  λεπτό.
Υπήρχανε  μύθοι  και  παραμύθια  για  το  μέρος  αυτό. Οι ιστορίες  μιλούσαν  για  τα  σύννεφα  και  πως δεν  έριχναν  απλή  διάφανη  βροχή. Ακόμα  και  οι  σταγόνες  ήταν  χρωματιστές. Κάθε  σταγόνα  είχε  και  το  χρώμα  από  το  σύννεφο  από  το  οποίο  έπεφτε. Και  καθώς  έπεφτε  χρωμάτιζε  ότι  βρισκόταν στο  νησί, του  έδινε  πιο  έντονο  και  πιο  ζωηρό  χρώμα.
Ένα  ήταν  το  σίγουρο  γι  αυτό  το  νησί, πως  είχε  όλα  τα  χρώματα. Τα  δέντρα  του  ήταν  καταπράσινα, άλλα  πράσινο  σκούρο  άλλα  ανοιχτό. Τα  λουλούδια  είχαν  τα  πιο  ωραία  χρώματα, κόκκινα, κίτρινα, μωβ. Οι  σταγόνες  δεν  έδιναν  μόνο  το  χρώμα  που  είχαν  αλλά  βοηθούσαν  και  έκαναν  πιο  έντονα  και  τα  άλλα  χρώματα.
Ακόμα  και  τα  κτίρια  είχαν  ζωηρά  χρώματα...δεν  ήταν  γκρίζα  και  μουντά.
Η  βροχή  αυτή  έκανε  τα  πάντα  να  μοιάζουν  όμορφα  και  ξεχωριστά. Και  οι  άνθρωποι  του  νησιού  αυτοί  ήταν  μονίμως  χαρούμενοι. Σου  δίνει  απίστευτη  χαρά  να  κοιτάς  γύρω  σου  και  να  βλέπεις  πράγματα  με  χρώματα  ζωντανά  και  χαρούμενα.
Μια  μέρα  λοιπόν  ο  ουρανός  ήταν  και  πάλι  συννεφιασμένος. Πρώτη  φορά  είχαν  μαζευτεί  τόσα  πολλά  σύννεφα. Άλλα  μικρά, άλλα  μεγάλα. Σαν  να  είχανε  συγκέντρωση. Ένα  μεγάλο  πάρτι, στο  οποίο  όλοι  γελούσανε  και  περνούσανε  καλά. Με  χορό  και  τραγούδια.
Τότε  ήταν  που  μια  παρέα  από  πέντε  μικρά  σύννεφα  είχε  μια  ιδέα.
- Ας  κάνουμε  κάτι  καινούργιο, κάτι  διαφορετικό. Δεν  έχουμε  φύγει  ποτέ  έξω  από  το  νησί.
Τι  να  υπάρχει  άραγε  πέρα  από  αυτό;


Τα  σύννεφα  κοιτάχτηκαν  μεταξύ  τους  γουρλώνοντας  τα  μάτια  τους.
Παρ' ότι  κοντοστάθηκαν  στην  αρχή, συμφώνησαν  όλοι. Και  είπαν  με  μια  φωνή.
ΝΑΙ!!!  ΠΑΜΕ!!!


Η  παρέα  αποτελούνταν  όπως  είπαμε  από  5  συννεφάκια. Το  γαλάζιο  σύννεφο, ( τον  Γαλαζούλη ), το  κίτρινο  σύννεφο ( την  Κιτρινούλα ), το  πράσινο  σύννεφο (  την  Πρασινούλα ), το  κόκκινο  σύννεφο ( τον  Κοκκινούλη ), και  το  πορτοκαλί  σύννεφο  ( την  Πορτοκαλούλα ).


Ξεκίνησαν  λοιπόν, και  άφησαν  τον  άνεμο  να  τους  παρασύρει.


Το  ταξίδι  τους  ήταν  ευχάριστο. Γελούσανε  και  παίζανε  καθώς  ο  άνεμος, τους  ταξίδευε  σε  καινούργια  μέρη.
Μετά  από  λίγο  και  καθώς  γύρισαν  το  βλέμμα  τους  προς  τα  κάτω, είδαν  πως  είχαν  φτάσει  πάνω  από  μια  πόλη. Άρχισαν  να  περιπλανιούνται  από  πάνω  της  και  την  παρατηρούσαν  για  ώρα. Τα  κτίριά  της  ήταν  διαφορετικά. Δεν  έμοιαζαν  με  αυτά  στο  νησί  τους.  Τα  δέντρα  και  τα  λουλούδια, ακόμα  και  αυτά  δεν  είχαν  ζωηρά  χρώματα, ήταν  όλα  μουντά.
Τα  σύννεφα  είχαν  ξαφνιαστεί, δεν  είχαν  δει  ποτέ  ξανά  κάτι  τέτοιο.
Η  απορία  ήταν  ζωγραφισμένη  στα  μάτια  τους. Καθώς  τριγύριζαν  πάνω  από  την  πόλη  και  την  παρατηρούσαν, συνάντησαν  κάποια  άλλα  σύννεφα.
Κοιτάζονταν  μεταξύ  τους, ξανά  και  ξανά, με  το  στόμα  ορθάνοιχτο  από  την  έκπληξη!


- Μα  πώς  είναι  δυνατόν; Είστε  χρωματιστά!!!
- Μα  πως  γίνεται; Και... η  βροχή  σας; Είναι  και  αυτή  χρωματιστή;


Τις  ίδιες  ακριβώς  απορίες  είχαν  και  τα  χρωματιστά  σύννεφα.


Πέρασαν  αρκετά  λεπτά  στα  οποία  τα  σύννεφα  απλά  κοιτάζονταν  μεταξύ  τους.


- Γιατί  η  πόλη  σας  είναι  τόσο  άχρωμη;
-Η  βροχή  σας  δεν  τους  δίνει  χρώμα;
Ρώτησαν  με  απορία  τα  σύννεφα  του  νησιού.


-Όχι, απάντησαν.
- Οι  σταγόνες  που  πέφτουν  από  μας, δεν  έχουν  χρώμα, είναι  διάφανες.


-Γιατί, εσείς  δίνεται  χρώμα  στην  πόλη  που  βρίσκεστε; Οι  σταγόνες  σας  είναι  και  αυτές  χρωματιστές  όπως  κι  εσείς;


-Μα  φυσικά, σας  το  είπαμε  και  πριν. Ότι  χρώμα  έχουμε  εμείς  τέτοιο  χρώμα  έχουν  και  οι  σταγόνες  μας!


Τα  σύννεφα  της  πόλης  δεν  μπορούσαν  να  το  πιστέψουν!!!


Την  ίδια  ώρα  στην  πόλη, μια  παρέα  παιδιών...έπαιζε  στο  δρόμο!!!
Για  μια  στιγμή  ο  Γιώργης  έστρεψε  το  βλέμμα  του  στον  ουρανό. Άρχισε  να  τρίβει  τα  μάτια  του. Δεν  πίστευε  σε  αυτό  που  έβλεπε. Φώναξε  και  τα  άλλα  να  παιδιά  να  κοιτάξουν.
Το  πρώτο  πράγμα  που  έκαναν  ήταν  να  τρέξουν  αμέσως  πάνω  στην  ταράτσα  της  πολυκατοικίας  τους.
Φτάνοντας  πάνω, τα  σύννεφα  ήταν  ακόμα  εκεί!
Τα  παιδιά  συνέχιζαν  να  κοιτούν  με  απορία.


Δεν  πέρασε  πολύ  ώρα  όταν  ο  Γιώργης  και  η  παρέα  του, ο  Νίκος  και  η  μικρή  Κατερίνα, άρχιζαν  να  φωνάζουν  στα  σύννεφα  για  να  τους  ακούσουν. 


Η  Κιτρινούλα  άκουσε  τις  φωνές  τους  και  πλησίασε  κοντά  τους. 


Τα  παιδιά  δεν  πίστευαν  στα  μάτια  τους.


Η  Κιτρινούλα  τους  χαμογέλασε  και  τους  ρώτησε:
- Μας  φωνάξατε; Φαινόμαστε  και  σε  σας  περίεργα  ε;


- Ναι, απάντησε  η  Κατερίνα. Μα  πώς;  Είσαι  κίτρινη... Πώς  γίνεται  αυτό; 


Οι  ερωτήσεις  έπεφταν  βροχή. 


Ξαφνικά  μαζεύτηκαν  και  τα  άλλα  σύννεφα  πάνω  από  την  ταράτσα...
Ερχόμαστε  από  ένα  μακρινό  νησί... Είναι  μακριά  από  εδώ, αποκλείεται  να  το  ξέρετε.


Ο  Νίκος  κοιτούσε  σκεπτικός... Το  νησί  που  του  περιέγραφαν  τα  σύννεφα  ήταν  το  νησί  για  το  οποίο  είχε  διαβάσει  σε  ένα  παλιό  βιβλίο. Το  Νησί  του  Ουράνιου  Τόξου!!! Ένα  μέρος  αλλιώτικο  από  τ' άλλα. 


- Έχω  ακούσει  γι  αυτό  το  νησί!!! Αλήθεια  υπάρχει;  Και  είναι  αλήθεια  πως  όλα  εκεί  φυτά, κτίρια  παίρνουν  χρώμα  ζωντανό  και  ζωηρό  από  τις  σταγόνες  σας;


Τα  σύννεφα  απάντησαν  καταφατικά.


- Αυτό  είναι  απίστευτο!!!
Μπορείτε  να  κάνετε  το  ίδιο  και  στη  δική  μας  πόλη;
Όλα  τα  παιδιά  ακόμα  και  τα  σύννεφα  της  πόλης  περίμεναν  μια  θετική  απάντηση!!! Ναι!!!;;; Μπορείτε;


Τα  σύννεφα  του  νησιού  είπαν  Ναι!!!


Και  άρχισαν  όλοι  μαζί  να  καταστρώνουν  ένα  σχέδιο  για  το  πώς  θα  φέρουν  το  χρώμα  στην  πόλη  αυτή.


Μόνο  πέντε  πολύχρωμα  σύννεφα  δεν  θα  μπορούσαν  να  προκαλέσουν  βροχή!!!
Θα  έπρεπε  να  συνεργαστούν  και  με  τα  γκρίζα  σύννεφα!


Άλλωστε  αν  τα  γκρίζα  σύννεφα  στέκονταν  πολύ  κοντά  στα  χρωματιστά  και  μπλέκονταν  μαζί  τους  το  χρώμα  των  πολύχρωμων  περνούσε  και  σε  αυτά!!!


( Το  είχαν  διαπιστώσει  πιο  πριν,  την  ώρα  που  μιλούσαν  όλα  μαζί )


Αμέσως  λοιπόν, τα  σύννεφα, ανέβηκαν  στον  ουρανό  και  ζήτησαν  από  τον  άνεμο  που  τους  είχε  φέρει  στην  πόλη, να  μαζέψει  και  άλλα  σύννεφα  κοντά  τους  ώστε  να  καταφέρουν  να  δημιουργήσουν  την  πολύχρωμη  βροχή. Για  να  δώσουν  στην  πόλη  πιο  όμορφα  χρώματα  από  αυτά  που  ήδη  είχε.


Έτσι  κι  έγινε, τα  σύννεφα  μαζεύτηκαν  και  κύκλωσαν  τα  πολύχρωμα  σύννεφα, ώστε  να  καταφέρουν  να  πάρουν  από  το  χρώμα  τους.


Ο  ουρανός  απέκτησε  ένα  χρώμα  μαγικό. Λες  και  ένα  ουράνιο  τόξο  να  τον  είχε  καλύψει  ολόκληρο.


Η  βροχή  άρχισε  να  πέφτει...Και  ναι  ήταν  πολύχρωμη!!!


Η  πόλη  άρχισε  σιγά  σιγά  να  αλλάζει  όψη. Τα  χρώματά  της  γίνονταν  έντονα  και  ζωηρά!!


Τα  παιδιά  είχαν  παραμείνει  στην  ταράτσα. Αυτό  που  έβλεπαν  να  γίνεται  στην  πόλη  τους  ήταν  φανταστικό, μαγικό, πέρα  από  κάθε  φαντασία  και  πέρα  από  κάθε  όνειρο!!!


Η  πόλη  έμοιαζε  με  πίνακα  ζωγραφικής, με  ζωηρά  χρώματα, και  τα  σύννεφα  ήταν  οι  ζωγράφοι.


Ο  κόσμος  που  περπατούσε  στο  δρόμο  δεν  πίστευε  στα  μάτια  του.
Ο  ουρανός, τα  κτίρια, οι  δρόμοι, είχαν  όλα  αποκτήσει  χρώματα  έντονα...που  κανείς  τους  δεν  είχε  ξαναδεί.
Η  χαρά  του  κόσμου  επισκίαζε  την  απορία  τους  για  το  τι  συνέβαινε  στην  πόλη  τους.
Όλα  αυτό  που  γινόταν  άλλωστε  μόνο  χαρά  μπορούσε  να  τους  προκαλέσει.


Η  βροχή  κράτησε  τόσο  όσο  χρειαζόταν  ώστε  η  πόλη  να  πάρει  τα  σωστά  χρώματα. 
Τότε  η  μικρή  Κατερίνα  είχε  μια  ιδέα....
Έτσι  φώναξε  και  πάλι  τα  σύννεφα  και  άρχισε  να  τους  λέει  την  ιδέα  της.


-Γιατί  να  είναι  μόνο  η  πόλη  μας  και  το  νησί  σας  έτσι;
Κοιτάξτε  τι  χαρά  προκαλέσατε  στους  ανθρώπους  αυτής  της  πόλης...
Γυρίστε  στο  νησί  σας  και  στείλτε  το  μήνυμα  να  ταξιδέψετε  παντού  και  να  δώσετε  χρώμα  στα σύννεφα  και  στις  πόλης  όλου  του  κόσμου...Όπως  κάνατε  και  στα  δικά  μας. 


( Τα  σύννεφα  της  πόλης  ακόμα  και  όταν  σταμάτησε  η  βροχή  και  απομακρύνθηκαν  από  τα  πολύχρωμα  σύννεφα  είχαν  κρατήσει  τα  έντονα  χρώματά  τους. )


- Έτσι  όλοι  θα  είναι  χαρούμενοι  και  χαμογελαστοί!!! Και  εσείς  θα  μπορέσετε  να  γνωρίσετε  καινούργιους  κόσμους.


Τα  σύννεφα  συμφώνησαν  αμέσως  και  ξεκίνησαν  για  το  νησί  τους.


Στο  δρόμο  προσπαθούσαν  να  φανταστούν  πώς  θα  ήταν  όλος  ο  κόσμος  με  χρώματα  έντονα  και  φωτεινά!!!
Πόσο  όμορφη  θα  έδειχνε  η  γη;;;










 Ο  Κότσιφας  και  οι  πολεμιστές!!

Μέσα  σε  μια  ρεματιά  γεμάτη  από  πλατάνια, ιτιές, λεύκες  και  άλλα  δέντρα, ζούσαν  πολλά  πουλάκια.  Η  ρεματιά  ήταν  ένα  πέρασμα.
Μα  τούτες  τις  μέρες  το  πέρασμα  είχε  πιο  μεγάλη  κίνηση. Κάτι  σπουδαίο  έπρεπε  να  συμβαίνει.
Περνούσαν  και  όλο  περνούσαν  κάτι  παράξενοι  άνθρωποι. Έρχονταν  από  το  Νότο  και  πήγαιναν  κατά  το  Βορρά.
Ο  γερο- κότσυφας, που  λεχουν  δει  τα  μάτια  του  και  έχουν  ακούσει  τ' αυτιά  του  πολλά, είπε  στα  άλλα  τα  πουλιά.
-Τούτοι  οι  παράξενοι  άνθρωποι  είναι  πολεμιστές, στρατιώτες. Πάνε  να  πολεμήσουν  για  την  πατρίδα  τους.
Άλλα  πουλιά  κατάλαβαν  κι  άλλα  δεν  κατάλαβαν, τι  θα  πει  πόλεμος  και  πολεμιστής.
Ο  γερο- κότσυφας  είχε  ξεμείνει  σ'  εκείνη  τη  ρεματιά. Την  ημέρα  που  έφευγαν  για  την  Πελοπόννησο  τ' άλλα  κοτσύφια, αυτός  ήταν  άρρωστος, και  τα  άλλα  πουλιά  του  είπαν  πως  δεν  έπρεπε  να  ανησυχεί, θα  τον  πρόσεχαν  αυτά. Έτσι  έμεινε  σε  εκείνα  τα  μέρη, τα  ψηλά. Ακόμα  πιο  ψηλά  άρχιζε  το  βουνό, που  θα  γινόταν  σε  λίγο  ξακουστό, η  Πίνδος!
Προς  τα  εκεί  πήγαιναν  οι  πολεμιστές.
Η  αυγή  άνοιγε  σιγά, σιγά. Πρώτος  άρχισε  να  αναδεύεται  ο  γερο- κότσυφας. Από  δίπλα  άνοιξε  τα  μάτια  του  ο  κορυδαλλός. Κάτι  ανθρώπινες  κουβέντες  τον  έκαναν  να  τεντώσει  τ'  αυτιά  του.
-Άκου! Άκου!... λέει  στον  κότσυφα.
-Κοίτα!Κοίτα! του  λέει  σιγά  και  ο  γερο- κότσυφας  και  έδειξε  με  το  ράμφος  του  τους  δύο  πολεμιστές, που  κάθονταν  στη  ρίζα  του  δέντρου, για  να  ξαποστάσουν.
Ο  ένας  πολεμιστής  έβγαλε  από  την  τσέπη  του  ένα  χαρτί  και  είπε  στον  άλλον: 
- Πήρα  το  πρώτο  γράμμα  από  το  σπίτι  μου. Άκουσε  τι  μου  γράφει  η  κόρη  μου: 

                                                                                                       1/ 11/ 40
Πατερούλη  μου,
Πάνε  τέσσερις  μέρες, που  έφυγες.
Κάθε  βράδυ  σε  βλέπω  στον  ύπνο  μου. Το  πρωί  το  λέω  στη  μαμά, πως  είσαι  καλά  και  χαρούμενος. Η  μαμά  τότε  παίρνει  και  μένα  και  γονατίζουμε  και  οι  δύο  μπρος  στην  Παναγίτσα... Η  Παναγίτσα  από  το  εικονοστάσι  της  ψηλά  μου  γελάει. 
Αύριο  θα  σου  γράψω  πάλι  και  θα  σου  στείλω  κάλτσες  και  σοκολάτες.
                                        
                                                                                                                Η  Φιλίτσα  σου.

Από  τα  μάτια  του  στρατιώτη  κύλησαν  δύο  χοντρα  δάκρυα.
-Κοίτα! κοίτα  τα  δάκρυα! είπε, σιγά  ο  κορυδαλλός  στο  γερο- κότσυφα.
-Βλέπω, βλέπω, απάντησε  ο  κότσυφας.
-Πες  ένα  τραγούδι, κότσυφά  μου, για  να  χαρεί  λίγο  αυτός  ο  πολεμιστής! είπε  σιγά  ο  κορυδαλλός.
-Ναι, να  πω....
Και  ετοιμάστηκε  ο  κότσυφας  να  τραγουδήσει.
-Λίγο  γρήγορα, μην  αργείς  γιατί  φαίνονται  βιαστικοί, ξανά 'πε  ο  κορυδαλλός. Να  όλο  πέρα  μακριά, κατά  το  Βορρά  κοιτάζουν!
Ο  κότσυφας  πήρε  μια  βαθιά  αναπνοή, τέντωσε  το  λαιμό  του  κι  άρχισε  να  τραγουδάει, όσο  μπορούσε  πιο  μελωδικά.
Έπειτα  από  λίγο  ξεπετάχτηκαν  και  τ' άλλα  πουλιά, τραγουδώντας. μα  απ' όλους  ξεχώροζε  ο  γερο- κότσυφας.
-Σαν  πολύ  να  ξαποστάσαμε, είπε  ο  ένας  από  τους  δυο.
-Έχεις  δίκιο,  είπε  ο  άλλος.
Οι  στρατιώτες  σηκώθηκαν. Με  τη  ματιά  τους  έψαξαν  να  βρουν  τον  κότσυφα  μέσα  στα  κλαδιά.
" ...το  λέει  και  ο  πετροκότσυφας  μέσα  από  τη  φωλιά  του"..., είπε  γελαστά  ο  στρατιώτης, που  λίγο  πριν, άφησε  να  κυλήσουν  δυο  δάκρυα  στα  μάγουλά  του.
-Αυτά  τα  πουλάκια  μας  έκαναν  να  χαρούμε, να  ξεχάσουμε. Καιρός  τώρα  να  πηγαίνουμε, και  συνέχισαν  το  δρόμο  τους!





Ο  κουμπαράς  του  Πετράκη!!!




Ένα  ανθρωπάκι  στρουμπουλό
που  χε  στην  πλάτη  ένα  κλειδάκι
χωρίς  να  είναι  κουρδιστό,
ήρθε  για  δώρο  στον  Πετράκη.
- Ωραίος  που ' ναι  ο  κουμπαράς  σου!
του  είπε  η  μητέρα  με  χαρά.
Να  δίνεις  κάθε  σου  ευρουλάκι
σ' αυτόν  τον  κύριο  να  φυλά, 
που  με  το  στόμα  του  προσμένει
όλο  να  τρώει  με  χαρά.
Πάρε  το  πρώτο  σου  ευρώ
σου  εύχομαι  καλή  αρχή.


Όνειρα  αρχίζει  ο  Πετράκης
να  κάνει  τότε  στη  στιγμή.
- Ένα  ποδήλατο  θα  πάρω, λέει,
πιο  όμορφο  από  του  Παντελή
ή  μάλλον  το  αυτοκινητάκι
που΄δα  στο  δίπλα  μαγαζί
και  που  άλλο  όμοιο  δεν  θα  'χει  
κανείς  σ' ολόκληρη  τη  γη.
Ο  Πέτρος  όμως  όλη  μέρα, δείτε,
τσίχλες  και  άλλα  μασουλά.
Σε  σοκολάτες  και  μπισκότα
κάθε  ευρώ  του  το  χαλά.
Ένα  ευρώ  και  δυο
και  ό, τι  του  δίνει  ο  παππούς
γίνονται  βόλοι, στρατιωτάκια
κι  ότι  ακόμη  βάζει  ο  νους.
Έτσι  ο  φτωχός  ο  κουμπαράς  του,
μένει  με  στόμα  ανοιχτό,
λύπη  γεμάτη  η  καρδιά  του
και  το  στομάχι  του  αδειανό.


Καμιά  δεκάρα  άμα  του  μένει,
θυμάται  ο  σπάταλος  Πετρής
να  ρίξει  μέσα  στην  κοιλιά  του,
μη  και  μαζέψει  κάτι τι.
Και να  τος  σήμερα  τρεχάτος
γυρνά  στο  σπίτι  απ' το  σχολειό.
-Μανούλα, λέει  άκου  τα  νέα:
Είπε  η  κύρια  μας  στην  τάξη,
πως  είναι  άρρωστος  βαριά
ο  γέρος  μας  ο  επιστάτης,
ο  γείτονας  ο  κυρ- Θωμάς.
Τα  φάρμακα  του  θ' αγοράσει,
γρήγορα  θα  'ρθει  στο  σχολειό,
αν  η  κάθε  μια  από  τις  τάξεις
του  στείλει  ένα  μικρό  ποσό.
-Μπράβο  Πετρή  μου, ωραία  σκέψη
κι  εσύ  ασφαλώς  θα 'χεις  πολλά!
-Αφού  ολόκληρο  το  χρόνο
τα  μάζευα, άλλωστε  μαμά.
Γκάπ  γκούπ  χτυπούν  το  ανθρωπάκι,
σπάζουν  τον  κουμπαρά  ευθύς,
και  να  το  πάνω  στο  τραπέζι
όλος  ο  βιος  του  στη  στιγμή:
Λίγα  λεπτά, και  τρία  ευρώ
και  μία  λίρα  αγγλική.
-Που  'ναι  τα  ευρώ  Πετράκη; 
Που  πήγανε  όλα  τα  λεφτά;
Τα  χείλη  η  μαμά  δαγκώνει,
καθώς  ο  Πέτρος  τα  μετρά
πέντε  ευρώ  μονάχα
όλου  του  χρόνου  η  σοδειά!...
Πώ!Πώ! ντροπή. Πώ! Πώ! τι λύπη!!
και  στο  σχολείο  είχε  πει
πως  από  πέρυσι  τώρα  θα  χαν
πολλά  λεφτά  συγκεντρωθεί.
-Έχω  μια  λύπη  στην  καρδιά  μου
για  σένα  σπάταλε  Πετρή.
Πήγαινε  τώρα  στο  σχολείο
τούτα  μονάχα  τα  λεφτά
και  μάθε  άλλοτε  παιδί  μου
του  λέει  η  καλή  μαμά
πώς  είναι  όμορφη  συνήθεια
μα  και  μεγάλη  αρετή
να  κάνεις  πάντα  οικονομία
και  να  ιδρώνει  το  ευρώ  στο  χέρι
πριν  να  το  ξοδέψεις  
αν  θες, Πετρή  να  προοδέψεις.






















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου